fbpx

Ένα μαγευτικό ταξίδι με τρένο σε ένα παραμυθένιο ξενοδοχείο στη κορφή της Ευρώπης!

Ένα μαγευτικό ταξίδι με τρένο σε ένα παραμυθένιο ξενοδοχείο στη κορφή της Ευρώπης!

Το Mont Blanc ή αλλιώς Λευκό όρος είναι ο υψηλότερος ορεινός όγκος των Άλπεων, στα 4.808 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Τοποθετημένος στην δυτικότερη πλευρά των Άλπεων, αποτελεί το φυσικό σύνορο κυρίως μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας (αλλά και Ελβετίας) και χωρίζεται από βαθιές και απότομες χαράδρες απαράμιλλου φυσικού κάλλους, οι περισσότερες από τις οποίες είναι μονίμως σκεπασμένες με πάγους και φρέσκα χιόνια.

 

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ: To trendy Soho House Berlin ήταν έδρα του ΚΚ και έχει…ατμόσφαιρα!

 

Τρεις είναι οι μεγαλύτερες και πιο οργανωμένες κοινότητες πιο κοντά στο Mont Blanc, η ιταλική Courmayeur στην κοιλάδα της Aosta και οι γαλλικές Saint-Gervais-les-Bains και Chamonix (Σαμονί), με την τελευταία να είναι η πόλη όπου το 1924 διοργανώθηκαν οι πρώτοι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες. Πρόκειται για σχετικά μεγάλες κοινότητες αλλά και μικρότερα χωριά τα οποία ζουν στη σκιά του μεγάλου βουνού έχοντας αναπτύξει σε υπερθετικό βαθμό τον τομέα του τουρισμού και κυρίως τα χειμερινά σπορ, τις μονάδες φιλοξενίας και της εστίασης, απευθυνόμενες κυρίως σε υψηλού οικονομικού επιπέδου τουρίστες. Σε αυτό, έχει συμβάλλει τα μέγιστα η ανάπτυξη των μεταφορών και των δικτύων κάθε μορφής, κυρίως μετά το 1965, όταν και εγκαινιάστηκε το περίφημο τούνελ του Mont Blanc, μήκους 11,6 χιλιομέτρων, που ενώνει την ιταλική Courmayeur με το Σαμονί.

 

 

Από το Σαμονί όμως, ένα από τα παλαιότερα χειμερινά θέρετρα της Γαλλίας και λατρεμένη πόλη των παθιασμένων με το σκι και τα χειμερινά σπορ, έχει την αφετηρία του ένα ακόμα από τα σπουδαία αξιοθέατα του Mont Blanc, ο ημι-οδοντωτός σιδηρόδρομος του Montenvers,μήκους 5,1 χιλιομέτρων, ο οποίος διασχίζει, μέσα από αιωνόβια έλατα και γκρεμούς που κόβουν την ανάσα, τη βόρεια πλευρά του βουνού, καταλήγοντας στον παγετώνα La Mer de Glace («Η θάλασσα του πάγου» όπως τον ονόμασε ο Βρετανός William Windham το 1741), έναν πολύ δημοφιλή προορισμό χιλιάδων επισκεπτών του βουνού κάθε χρόνο.

Ο συγκεκριμένος παγετώνας, μήκους 7,5 χιλιομέτρων και βάθους 200 μέτρων, σε μια παγωμένη κοιλάδα μεταξύ δύο μεγάλων και απότομων όγκων, αποτελεί ένα από τα πιο διάσημα αξιοθέατα της περιοχής, μαγνητίζοντας το ενδιαφέρον φωτογράφων, ζωγράφων, εξερευνητών, σκιέρ, ορειβατών, απλών ανθρώπων αλλά και πολλών διασημοτήτων που αποτυπώνουν στις κάμερες και στους καμβάδες τους την εκπληκτικής ομορφιάς περιοχή, η οποία όλες τις ώρες της ημέρας, ανάλογα και με το φως το ήλιου, προκαλεί το ανθρώπινο δέος.

 

 

Ο τουρισμός στο Montenvers, η ανάπτυξη του οποίου συνδέθηκε άμεσα με τον παγετώνα, ξεκίνησε σχεδόν από τις αρχές του 18ου αιώνα, με τα βιβλία να αναφέρουν -μεταξύ των περίπου 30 επισκεπτών την ημέρα- τους Γκέτε, Mme de Stael, Joséphine de Beauharnais, Marie Louise της Αυστρίας, Λόρδο Βύρωνα, Βίκτωρα Ουγκό, Αλέχανδρο Δουμά, George Sand και πολλούς άλλους. Στα τέλη του ίδιου αιώνα, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την κατασκευή ενός καταφυγίου σε μία έκταση πολύ κοντά στον παγετώνα, στα 1.913 μέτρα υψόμετρο, που να μπορεί να φιλοξενεί επισκέπτες σε έκτακτες καταστάσεις, καθώς η ανάβαση ή η κατάβαση στο Σαμονί εκείνη την εποχή ήταν επικίνδυνη σε περιπτώσεις ραγδαίας επιδείνωσης του καιρού.

Όλα όμως άλλαξαν το 1906 όταν ξεκίνησε η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής, η οποία έως και σήμερα αποτελεί το μοναδικό τρόπο μετακίνησης προς τον παγετώνα από το Σαμονί. Όσο για το καταφύγιο, λειτούργησε για περισσότερα από 110 χρόνια ως Grand Hotel du Montenvers, διατηρώντας παρόλα αυτά τον παραδοσιακό χαρακτήρα ενός καταφυγίου των Άλπεων, με όχι μεγάλες πολυτέλειες και εντυπωσιασμούς, αλλά προσφέροντας πάντα τα απολύτως απαραίτητα για την εξαιρετικής ποιότητας φιλοξενία των επισκεπτών του.

 

 

Τα τελευταία 10 χρόνια όλο το Montenvers και οι πλαγιές γύρω από τον παγετώνα αναπτύχθηκαν με ραγδαίο ρυθμό, κατασκευάστηκε ένας καινούριος σιδηροδρομικός σταθμός με ένα μπαρ, το Bar des Glaciers, που βλέπει ακριβώς προς την πλευρά των Άλπεων και του παγετώνα, εγκαταστάθηκαν τελεφερίκ που μεταφέρουν τους επισκέπτες σε διάφορα αξιοθέατα του βουνού, σχεδιάστηκαν μοναδικής ομορφιάς μονοπάτια για κάθε είδους δράση, ενώ τον Ιούνιο του 2017 εγκαινιάστηκε το πλήρως ανακαινισμένο Grand Hotel, ως Terminal Neige – Refuge du Montenvers, υπό νέα διεύθυνση πλέον.

Την ανακατασκευή του ξενοδοχείου ανέλαβε η εταιρεία Maisons et Hotels Sibuet label,μια οικογενειακή επιχείρηση 30 ετών, ιδιαιτέρως γνωστή στη γαλλική αγορά, η οποία διατήρησε στο ακέραιο την επιβλητική γρανιτένια όψη του κτιρίου με τα πολλά μικρά παράθυρα, ανακαινίζοντας όμως πλήρως το εσωτερικό και δημιουργώντας νέους, καταπληκτικούς χώρους φιλοξενίας και εστίασης.

 

 

Κάθε ένα από τα 20 δωμάτια και σουίτες στο Terminus Neige Refuge du Montenvers Hotel, ανακατασκευάστηκε πλήρως, διατηρώντας όμως την αισθητική παραδοσιακού καταφυγίου του βουνού, δίνοντας μάλιστα στα παλιά έπιπλα νέους χαρακτήρες και ζωή. Έτσι, οι παλιές ξύλινες καμινάδες έχουν μετατραπεί σε βιβλιοθήκες, τα πορτατίφ αντικαταστάθηκαν με παλιές λάμπες πετρελαίου σαν εκείνες που χρησιμοποιούσαν οι ανθρακωρύχοι και τα δερμάτινα μπαούλα-αντίκες που έσερναν οι εξερευνητές μετατράπηκαν σε κομψά κομοδίνα.

 

 

Το νέο ξενοδοχείο, τριών αστέρων μεν αλλά κομψό, ζεστό και πανέμορφο, διαθέτει πέντε τύπους δωματίων, όλα επενδεδυμένα με εξαιρετικής ποιότητας ξύλο, στους τοίχους και στα δάπεδα και με μοναδικές εκπλήξεις σε κάθε ένα από αυτά. Έτσι, τα δωμάτια καταφυγίουείναι κατασκευασμένα ώστε να μοιάζουν με προσωπικούς, μικρούς κοιτώνες με υπέροχες μάλλινες κουβέρτες και κομψά κρεβάτια, οι ευρύχωρες Altitude σουίτες απευθύνονται κυρίως για ζευγάρια και ρομαντικές αποδράσεις, ενώ υπάρχει και ο μεγάλος κοιτώνας,50 περίπου τετραγωνικών μέτρων, στον οποίο μπορούν να φιλοξενηθούν έως και 10 άτομα σε παλιές, παραδοσιακές κουκέτες, οι οποίες διατίθενται ξεχωριστά.

Το Terminus Neige εσωτερικά είναι ένα κουκλίστικο ξύλινο ξενοδοχείο με τοίχους γεμάτους από φωτογραφίες ορειβατών από την ζωή στο βουνό περασμένων εποχών, διαθέτει ένα πανέμορφο μπαρ παλιάς κοπής και δύο χώρους εστίασης, ένα μπιστρό και ένα εστιατόριο, με πανοραμική θέα προς τον παγετώνα και με τοπικές γεύσεις αυθεντικής γαλλικής χωριάτικης κουζίνας.